Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος παρακαλεῖ τούς Κορινθίους (βλ. β΄Κορ. στ 1-10) να μην ἀφήσουν ἀναξιοποίητη τη χάρη τοῦ Θεοῦ, την ὁποία ἔλαβαν μέ σκοπό τον ἀνακαινισμό καί τη σωτηρία τους καί κατόπιν τούς νουθετεῖ ἀπαριθμῶντας ὅλα ἐκείνα τά γνωρίσματα τά ὁποία χαρακτηρίζουν τή Χριστιανική βιοτή για νά καταλήξει λέγοντας ὅτι οἱ Χριστιανοί ἀναγνωρίζονται μέσα στόν κόσμο ὅταν ζοῦν σαν να μην ἔχουν τίποτε κι ὅμως να ὁρίζουν τά πάντα, ἐννοώντας σαφῶς τήν παράθεσή τους με ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια και το ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ἴσως κάποιος ὅμως διερωτηθεῖ ἀκούγοντας τον ἀποστολικό αὐτό λόγο: τί ἔχει τελικά ἀξία στή ζωή; Πότε θεωρεῖται ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλήρης; Ὅταν τιμᾶται ἀπό ὅλους τούς ἄνθρώπους; Ὅταν συσσωρεύει ἀδιάκριτα πλοῦτο; Ὅταν ἀποκτήση φήμη για τά κατορθώματά του; Ὅλα αὐτά πράγματι ἀποτελοῦν τά κριτήρια για να θεωρηθεῖ κάποιος «μέγας» ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Ἀρκοῦν ὅμως αὐτά για να εἶναι κάποιος πλήρης οὐσιαστικά; Γιατί μόλις αὐτά με ὁποιοδήποτε τρόπο χαθοῦν, τότε χάνεται αὐτόματα και αὐτή ἡ ψεύτική «εὐτυχία» την ὁποία δίνουν.
Ὑπάρχει ὅμως κάτι το ὁποῖο ὄντως ὁλοκληρώνει τον ἄνθρωπο και τόν γεμίζει με οὐράνια χαρά, την ὁποία κανένας δεν μπορεῖ να τήν συλήσει. Εἶναι ἡ χαρά καί ἡ πληρότητα την ὁποία παρέχει ὁ Χριστός σέ ὅσους Τον ἐπιθυμοῦν, σέ ὅσους ἐπιδιώκουν να ἔχουν κοινωνία μαζί Του ἐντός τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐν Χριστῷ πληρότητα ὅμως ἔχει μία προϋπόθεση: την ἄνευ ὅρων παράδοσή μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα κι ἄν αὐτό μεταφράζεται σέ στερήσεις, κακουχίες καί θλίψεις, ὅπως ἀκούσαμε και στο Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα.
Αὐτός πού ἔχει τόν Χριστό γίνεται κατά κάποιον τρόπο ἀπαθής στις ἐξωτερικές προκλήσεις ἀφού ἔχει συνοδοιπόρο Ἐκείνον πού «νενίκηκε τον κόσμον» (βλ. Ιω. ιστ΄33 ). Και ἰδίως τότε, την ἐποχή ἐκείνη, ἀλλά καί σήμερα σέ κάποιες περιπτώσεις, το να εἶναι κάποιος Χριστιανός συνεπαγόταν τήν χλεύη και τήν περιφρόνηση πολλές φορές τοῦ οἰκιακοῦ του περιβάλλοντος.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπί παραδείγματι βρίσκεται στην Ἔφεσο τή στιγμή ἐκείνη καί γράφει πρός τούς Κορινθίους ἐνῶ ἤδη διανύει τήν τρίτη του Ἀποστολική περιοδεία και ἔτσι μπορεῖ νά κάνει τή σύγκριση. Ἔχοντας μαθητεύσει παρά τούς πόδας τοῦ Γαμαλιήλ, θα ἀπολάμβανε λογικά μεγάλων τιμῶν και ἐκτίμησης ἀπό τούς εὐσεβεῖς Ἰουδαίους. Ὡστόσο τόν κέρδισε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Γνωρίζει πώς εἶναι νά κατέχει τήν κοσμική σοφία καί τίς κοσμικές τιμές, γνωρίζει ὅμως ταυτόχρονα καί πώς εἶναι να ὑποτάσσεται ἄνευ ὅρων στο εὐαγγελικό μήνυμα και να ἐκδαπανᾶται και να ἀναλώνεται για τή διάδοσή του χωρίς να ὑπολογίζει τίποτα καί κανένα παρά μόνο Αὐτόν πού τόν κάλεσε στή διακονία τοῦ Εὐαγγελίου. Πόσοι ἄραγε δεν θά προσπάθησαν να ἀποτρέψουν τον Ἀπόστολο Παῦλο ἀπό το να ἀφήσει τήν προηγούμενη ζωή του και να ἀκολουθήσει ἄνευ ὅρων τόν Χριστό;
Ἀλλά μήπως ὅμως καί σήμερα δέν βιώνουμε παρόμοιες καταστάσεις; Ὅταν ἕνας, νέος, ἀποφασίσει νά ζήσει χριστιανική ζωή, πόσοι ἄραγε θά πέσουν πάνω του για να τον ἀπομακρύνουν; Ἀκόμα χειρότερα εἶναι τά πράγματα ὅταν κάποιος νέος ἔχει τήν κλήση για νά σηκώσει «ὅλον τον ζυγόν τοῦ Κυρίου» (Ματθ. ια΄ 30), ποθῶντας το ὑψηλό ὑπούργημα τῆς ἱερωσύνης.
Αὐτήν τήν κλήση στο ὑψηλό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης προβάλλει και τό σημερινό Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσματῆς Θείας Λειτουργίας ὅπου ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς περιγράφει την κλήση τοῦ Πρωτοκορυφαίου τῶν Ἀποστόλων Πέτρου στο Ἀποστολικό ἀξίωμα. Ἐνῶ μέχρι τότε ἦταν ἁλιέας ἰχθύων τώρα πλέον τοῦ λέγει ὁ Χριστός «ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν», και τό ρήμα ζωγρέ-ῶ δεν ἔχει μόνο την ἔννοια τῆς ἁλιείας, ἀλλά ἀναφερόμενο σέ ἀνθρώπους σημαίνει αἰχμαλωτίζω. Καί πράγματι θα αἰχμαλωτίζει ἀνθρώπους ὄχι μέ δύναμη ἐξουσίας, ἀλλά με τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου τῆς σωτηρίας.
Μία παρόμοια κλήση βιώνει στα ἔγκατα τῆς ψυχῆς του καί ὁ κάθε ὑποψήφιος Κληρικός. Διότι ἡ ἱερωσύνη εἶναι ἔργο Ἀποστολικό πρωτίστως, καθότι ὁ Ἱερέας με τήν χάρη τῆς ἱερωσύνης την ὁποία ἔχει λάβει διά τοῦ Ἐπισκόπου του, τελεῖ τά μυστήρια και ἰδιαιτέρως αὐτά τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος και τῆς Θείας Εὐχαριστίας, με τά ὁποία «ἀνακαινίζει» τόν λαό τοῦ Θεοῦ, το «βασίλειον ἱεράτευμα» (Α΄ Πετρ. β΄ 5) και με τόν τρόπο αὐτό ἐπεκτείνει τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἐντός τῆς ἱστορίας, ὥστε νά εἶναι ἡ Ἐκκλησία κυριολεκτικά ὁ «παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας Χριστός» σύμφωνα και με την ἔκφραση τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου.
Στόν κοσμικά σκεπτόμενο ἄνθρωπο ὅμως δυστυχῶς ὁ τρόπος σκέψης καί θέασης τῶν πραγμάτων εἶναι ἐντελῶς διαφορετικός. Πολλοί συγγενεῖς ὅταν ἕνας νέος ἐκφράσει τόν πόθο του για να ἐνδυθεῖ τό τίμιο ράσο ἐπιχειροῦν να τον ἀποτρέψουν, κάποιες φορές μάλιστα μέ βίαιο τρόπο, δείχνοντας ἀν μή τί ἄλλο, τήν πλήρη ἄγνοιά τους, καθώς ἡ κλήση προς την Ἱερωσύνη εἶναι φυτευμένη ἀπό τον Ἴδιο τόν Κύριο στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Και δυστυχῶς ἀντί νά χαίρονται και να ἀγαλλιῶνται πού τό τέκνο τους θα ἱερουργεῖ, θά τούς μνημονεύει και θα τούς ἀνακαινίζει μαζί με τον ὑπόλοιπο λαό τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τά Ἱερά Μυστήρια, ἐκεῖνοι κόπτονται και θρηνοῦν. Θρηνοῦν ὅμως γιατί οἱ ἴδιοι δεν εἶναι πλήρεις πρωτίστως κι εὐχαριστημένοι μέ τή ζωή τους. Δεν εἶναι πλήρεις γιατί ἴσως ποτέ δεν ἐνδιαφέρθηκαν να ἀνοίξουν τή θύρα τους στόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος, ὅπως μᾶς λέγει ἡ Ἀποκάλυψη, κρούει μέν τή θύρα, ἀλλά ἀφήνει σέ ἐμᾶς με το θεῖο δῶρο τοῦ αὐτεξουσίου, το ἄν θα Τοῦ ἀνοίξουμε ἤ ὄχι (βλ. Ἀποκ. γ΄20).
Ὁ Ἱερεύς, ὅπως και οἱ Ἀπόστολοι, ἐκδαπανᾶται κι ἐκεῖνος για τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ χαρμοσύνου αὐτοῦ μηνύματος ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί κατήργησε τό θάνατο χαρίζοντας την αἰώνια ζωή. Καί παρόλο πού ἐξωτερικᾶ οἱ Ἀπόστολοι ἦσαν «ὡς μηδέν ἔχοντες», χωρίς ἰδιαίτερη μόρφωση ἤ κοσμική ἐξουσία, οὐσιαστικά ὅμως ἦσαν «τά πάντα κατέχοντες», διότι κατεῖχαν τόν πνευματικό θησαυρό τῆς Οὐράνιας Βασιλείας, τον ὁποῖον τούς ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός. Εἶχαν δηλαδή κοινωνία με τήν πηγή τοῦ παντός, με τόν Θεό-Δημιουργό τους, ζῶντας μέσα στο θεανθρώπινο Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, στο ὁποῖο ζοῦμε και ὅλοι οἱ ἀνά τούς αἰῶνας Χριστιανοί, Κληρικοί και Λαϊκοί, παρά τίς ὅποιες ἴσως ἀδυναμίες μας. Μπορεῖ ὡς ἄνθρωποι να ἁμαρτάνουμε, να ἀστοχοῦμε δηλαδή ἀπό τόν πραγματικό μας στόχο ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ζοῦμε ὅμως ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ὅπου «ἀνθεῖ το Πνεῦμα το Ἅγιον» ὅπως μᾶς λέγει καί ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος Πάπας Ρώμης.
Γι’ αὐτό κι ὁ Ἱερεύς κατά την ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς Γονυκλισίας τῆς Πεντηκοστῆς, ἀπευθυνόμενος μέ δέος προς τόν Θεό ὡς προεστώς τῆς Συνάξεως ἐξ ὀνόματος τοῦ λαοῦ λέγει: «σοί μόνῳ ἁμαρτάνομεν, και σοῖ μόνῳ λατρεύομεν». Δηλαδή μπορεῖ να εἴμαστε ἄνθρωποι με ἀτέλειες και ἀδυναμίες «σάρκα φοροῦντες καί τον κόσμον οἰκοῦντες», (Ζ΄ εὐχή Εὐχελαίου), ἀλλά ἀπονέμουμε τήν λατρευτική μας προσκύνηση στόν Δημιουργό μας και Τον παρακαλοῦμε να μᾶς συγχωρήσει και να ἀναπληρώσει τά ὅποια ὑστερήματά μας, ὥστε νά μᾶς παραλάβει «κατενώπιον αὐτοῦ ἁγίους καί ἀμώμους ἐν ἀγάπῃ» (Εφ. α΄ 4). Ἀμήν!
Τον Τίμιο Σταυρό τοῦ Σωτήρος Χριστοῦ,Τον προσκυνοῦμε ὡς τρόπαιο τῆς νίκης τῆς ζωῆς κατά τοῦ Θανάτου. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἐκτός τῶν ἄλλων ἔκανε τούς «σταυρούς», τούς ὁποίους κουβαλάει ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἐλαφρύτερους. Ὁ Χριστός μας καλεῖ να σηκώσει ὁ καθένας τον δικό τοῦ προσωπικό Σταυρό, οὕτως ὥστε με τη λογική αὐτή τῆς ἑκούσιας θυσίας να νικήσουμε τον ἀτομισμό και την ἐγωκεντρικότητα την ὑπάρξεώς μας, τά ὁποία δυστυχῶς ὡς ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας εἶναι θάνατος (βλ. Ρωμ. στ΄ 23). Ὅμως ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ δεν εἶναι ἐπίπονη διότι ὁ καθένας ἀπό ἑμᾶς ἔχει ὡς συγκυρηναῖο τον Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι «ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστίν» (Ματθ. ια΄ 30). Ὁ Χριστός κατά την πορεία του στον Γολγοθᾶ εἶχε τον Σίμωνα τον Κυρηναῖο για να ἄρη τον Σταυρό Του.
Ὁ ἄνθρωπος σήκωσε τον Σταυρό τοῦ Θεοῦ. Τώρα στην καθημερινότητα καί στην ἐπίγειο πορεία τοῦ καθενός ἀνθρώπου ὁ Χριστός γίνεται συγκυρηναῖος, και σηκώνει μαζί με ἐμᾶς τον προσωπικό μας σταυρό. Ἀρκεῖ βέβαια να προσπαθοῦμε κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας να εἴμαστε τέκνα φωτός και ἀναστάσεως ἐκπληρώνοντας τό Θεῖο Θέλημα τοῦ Πατρός μας «τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Ἤ ἄλλως εἰπεῖν: «…ἑαυτούς και ἀλλήλους και πᾶσαν την ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῶ Θεῷ παραθώμεθα.» Ἀμήν.
Αν αγαπάς το τραγούδι, αν θέλεις να εκφραστείς μέσα από τη μουσική, αν νιώθεις πως η φωνή σου μπορεί να γίνει προσευχή, χαρά και προσφορά, έλα κοντά μας!
Η Παιδική & Νεανική Χορωδία «ΕυΩΔΗα» της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου και Ικαρίας σε προσκαλεί σ’ ένα ξεχωριστό μουσικό ταξίδι, με τραγούδια που αγγίζουν την ψυχή και τιμούν τον Θεό, την παράδοση, την πατρίδα και τον συνάνθρωπο.
Μέσα από τη χορωδία: • τραγουδάμε μαζί, σαν μια όμορφη παρέα • μαθαίνουμε να συνεργαζόμαστε και να δημιουργούμε • συμμετέχουμε σε εκδηλώσεις που γεμίζουν τον τόπο φως και συγκίνηση • προσφέρουμε ό,τι πιο όμορφο έχουμε: τη φωνή και την καρδιά μας!
Πρόβες: Κάθε Σάββατο 12:30 – 14:00 Αίθουσα πρώην ΚΑΠΗ, Καλομοίρη Εμμ. 3, Βαθύ Σάμου
Η συμμετοχή είναι ΔΩΡΕΑΝ Δεν απαιτούνται μουσικές γνώσεις