Κυριακή Πρό τῶν Χριστουγέννων - 21 Δεκεμβρίου 2025
«Ὁ ἔλεγχος τῶν Προφητῶν πρός ἐμᾶς»

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἀκούσαμε στό σημερινό Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα τόν Ἀπόστολο Παῦλο νά ἀναφέρεται μέσα ἀπό τήν πρός Ἐβραίους ἐπιστολή του, στούς Δίκαιους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν μέ τήν προσμονή τοῦ Μεσσία. Περιγράφει τά κατορθώματα κάποιων ἀπό τά πρόσωπα πού ἀναφέρονται καί στό Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπου ο Εὐαγγελιστής Ματθαίος γενεαλογεῖ τόν Χριστό, γιά νά δείξει ὅτι εἶναι ὁ προσδοκώμενος Σωτῆρας τοῦ κόσμου.
Στή ζωή τῶν Δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τά θαυμαστά γεγονότα συνδυάζονται μέ τίς πάμπολες δοκιμασίες πού τούς συνέβησαν «ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον», δηλαδή, λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, βασανίστηκαν, θανατώθηκαν μέ μαχαίρι.
Καί συγκεκριμένα ὁ Προφήτης Ἱερεμίας λιθοβολήθηκε, ὁ Προφήτης Ἠσαΐας πριονίστηκε ἀφοῦ ὁ ἀσεβής βασιλιάς Μανασσής ἐνοχλημένος ἀπό τίς προφητεῖες καί τούς ἐλέγχους τοῦ Ἠσαΐα διέταξε νά τόν θανατώσουν κόβοντάς τον στά δύο μέ πριόνι. Καί τό «ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον» ἀναφέρεται συνοπτικά σέ ὅσους δικαίους ὑπέστησαν μαρτυρικό θάνατο, ἀλλά κυρίως στό διωγμό ἀπό τήν βασίλισσα Ἰεζάβελ, ἡ ὁποία εἶχε διατάξει τή σφαγή ἐκατοντάδων δικαίων, ἀπό τήν ὁποία γλίτωσε ὁ Προφήτης Ἠλίας, ἀλλά ἐπίσης ἀναφέρεται στό τέλος τοῦ Προφήτη Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος «ἐφονεύθη μεταξύ τοῦ Ναοῦ καί τοῦ Θυσιαστηρίου» (Λκ. ια΄ 51) ἀλλά καί στόν Οὐρία ὁ ὁποῖος μέ ἐντολή τοῦ προφήτη Ἱερεμία προφήτευσε τήν καταστροφή τοῦ Βασιλείου τοῦ Ἰούδα, κάτι πού ἐξόργισε τόν Βασιλιά Ἰωακείμ ὁ ὁποῖος καί τελικά διέταξε νά τόν φέρουν ἐνώπιόν του ὅπου καί τόν φόνευσε μέ μαχαίρι. Καί εὔλογα θά ρωτοῦσε κανείς: Γιατί; Τί ἦταν αὐτό πού τούς ἔδινε τή δύναμη νά ὑπομείνουν τέτοιο φρικτό τέλος χωρίς νά λυγίσουν; Δεν ἦταν ἁπλῶς μια ἰδέα, οὔτε ἕνας Νόμος πού τούς ὁδήγησε σέ αὐτήν τήν θαυμαστή ὑπομονή. Ἦταν ἡ ἀκλόνητη προσμονή ἑνός Προσώπου. Μέσα ἀπό τόν πόνο τοῦ μαρτυρίου τους, τά μάτια τῆς ψυχῆς τους δεν κοιτοῦσαν τό ξίφος, ἀλλά ἀτένιζαν μακριά, στό μέλλον, τή λύτρωση πού θά ἔφερνε ἡ Ἐνανθρώπηση.
Θυσιάστηκαν λαχταρώντας αὐτό πού ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει σήμερα "κρεῖττόν τι", κάτι δηλαδή ἀνώτερο καί τελειότερο τό ὁποῖο εἶχε προνοήσει ὁ Θεός στήν προαιώνια βουλή Του. Καί ἐδῶ βρίσκεται τό συγκλονιστικό μεγαλεῖο τῆς δικῆς μας θέσης: Αὐτό πού ἐκεῖνοι ὁραματίστηκαν ὡς μακρινή ἐλπίδα καί πλήρωσαν μέ τό αἷμα τους, ἐμεῖς ἀξιωθήκαμε νά τό ζοῦμε ὡς χειροπιαστή πραγματικότητα! Ἐκεῖνοι εἶδαν τή σκιά, ἐμεῖς ζοῦμε τήν Ἀλήθεια. Ἐκεῖνοι πόθησαν τόν Μεσσία, ἐμεῖς Τόν κοινωνοῦμε.
Στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Νόμος εἶχε δοθεῖ γιά τήν παιδαγωγία καί τήν προετοιμασία τῆς ἔλευσης τοῦ Μεσσία, ὅπως ἀναφέρεται καί στίς εὐχέςτῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου «Νόμον ἔδωκας εἰς βοήθειαν». Ἐκεῖνοι παρόλο πού ἔζησαν δίκαια σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡστόσο τά ἔργα τους τά ὁποία ἦταν ἀπόρροια τῆς τήρησης τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου ἀπό μόνα τους δεν ἦταν ἱκανά νά γεφυρώσουν τό χάσμα μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρωπότητας.
Ἑπομένως τό «κρεῖττον» πού ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἡ τέλεια κατάσταση σέ σχέση μέ τήν ἀτέλεια τοῦ Νόμου, δηλαδή Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἵδρυση τοῦ Θεανθρώπινου Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Τό αἷμα τῶν Προφητῶν πότισε τη γῆ γιά αἰῶνες, προετοιμάζοντας μυστικά τόν ἐρχομό Ἐκείνου πού σέ λίγες μέρες θά δοῦμε νά γεννᾶται στό Σπήλαιο. Ἐμεῖς, λοιπόν, εἴμαστε οἱ κληρονόμοι τῆς δικῆς τους θυσίας, ἐμεῖς κρατᾶ μεστά χέρια μας τόν "θησαυρό" γιά τόν ὁποῖο ἐκεῖνοι πριονίσθηκαν καί λιθοβολήθηκαν.
Καί ἐνῶ ζῶντας μέσα στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά κοινωνοῦμε τακτικά τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματοςτοῦ Χριστοῦ, δυστυχῶς πολλοί περιορίζουν τή συμμετοχή τους στή Θεία Εὐχαριστία σέ μία ἤ δύο φορές τό χρόνο ἐξισώνοντας δυστυχῶς μέ τόν τρόπο αὐτό τό Μυστήριο τῶν Μυστηρίων μέ ἕνα ἐθιμικό γεγονός σαν τά ἑόρτια ἐδέσματα κατά κάποιον τρόπο. Τί παράδοξο πράγμα; Τίς ἡμέρες αὐτές πάντου βλέπουμε στολίδια, ὅλοι θά πάρουν δῶρα γιά τούς δικούς τους ἀνθρώπους, μέ λίγα λόγια ὅλα μοιάζουν νά ὑποδέχονται τό Θεῖον Βρέφος. Ὅμως σέ κάθε Θεία Λειτουργία ὅταν ὁ Ἱερέας κατά τή διάρκεια τῆς Ἀκολουθίας τῆς Προθέσεως τοποθετεῖ τόν Ἀμνό, δηλαδή τό τεμάχιο ἀπό τό πρόσφορο τό ὁποῖο θά μεταβληθεῖ σέ Σῶμα Χριστοῦ, πάνω στό Ἅγιο Δισκάριο, μετά τοποθετεῖ ἀπό πάνω τόν Ἀστερίσκο, ἕνα λειτουργικό σκεῦος τό ὁποῖο παραπέμπει στόν Ἀστέρα τῆς Βηθλεέμ. Ἀλλά καί μόλις κάνει μυστικῶς τήν Ἀπόλυση τῆς Προθέσεως λέγει τήν Ἀπόλυση τῶν Χριστουγέννων «ὁ ἐν Σπηλαίῳ γεννηθείς καί ἐν φάτνῃ ἀνακλιθείς διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν Χριστός ὁ ἀληθινός Θεός ἡμῶν». Σέ κάθε Θεία Λειτουργία ζούμε ἀληθινά Χριστούγεννα καί κυρίως τή στιγμή ὅπου μᾶς προσκαλεῖ ὁ Ἱερέας νά κοινωνήσουμε, ὥστε πλέον ἔρχεται ὁ Χριστός καί ἐγκαθίσταται μέσα μας κυριολεκτικά.
Εἶναι τραγικό οἱ Προφῆτες νά πεθαίνουν ἀπό τή λαχτάρα τους γιά τόν Μεσσία, κι ἐμεῖς νά ἐπιλέγουμε τήν ἐκούσια ἀποκοπή μας ἀπό τήν Πηγή τῆς Ζωῆς. Νά μᾶς προσφέρεται ὁλόκληρος ὁ Χριστός στό Ἅγιο Ποτήριο καί ἐμεῖς νά γυρίζουμε τήν πλάτη, φεύγοντας ἀκοινώνητοι, νομίζοντας ὅτι ἐκκλησιαστήκαμε, ἐπειδή ἁπλῶς ἀκούσαμε τά τροπάρια. Αὐτό δεν εἶναι εὐλάβεια, εἶναι περιφρόνηση στό "κρεῖττον" πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός καί παραπέμπει σέ προτεσταντικό, αἱρετικό δηλαδή τρόπο ἑορτασμοῦ.
Μᾶς ἐλέγχει βαρύτατα ὅμως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Πές μου, λέει, ἄν κάποιος καλεσμένος σέ βασιλικό τραπέζι, καθόταν καί ἔβλεπε τούς ἄλλους νά τρῶνε καί αὐτός δεν μετεῖχε, δεν θά προσέβαλε τόν οἰκοδεσπότη; ἔτσι κι ἐσύ, ἄνθρωπέ μου. Ἐφόσον δεν εἶσαι σέ κανόνα ἐπιτιμίου πού νά σέ ἐμποδίζει, γιατί στέκεις καί δέν μετέχεις; Ἡ Τράπεζα εἶναι βασιλική, ὁ Βασιλεύς παρών, κι ἐσύ στέκεις ἀδιαφορώντας;»
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἄς μη βρεθοῦμε, λοιπόν, ἐκείνη τή μέρα τῆς «ἀνταποδόσεως τῆς δικαίας» ἐλεγχόμενοι ὑπό τῶν Προφητῶν. Ἐκεῖνοι τίμησαν τήν ἐπαγγελία καί τήν προσμονή τους μέ τό αἷμα τους. Ἐμεῖς ἄς τήν τιμήσουμε μέ τή συχνή προσέλευσή μας στό Ἅγιο Ποτήριο φυσικά μέ τήν ἀνάλογη προετοιμασία διά τοῦ Μυστηρίου τῆςἘξομολογήσεως.
Μην ἀφήνουμε τόν Χριστό νά στέκεται ἐξω ἀπό τή θύρα καί νά χτυπᾶ. Τώρα πού ἔρχονται Χριστούγεννα, ἄς μην ἀρκεστοῦμε στά ψεύτικα φῶτα καί τά τραπέζια. Τό ἀληθινό τραπέζι εἶναι Ἐδῶ, στήν Ἐκκλησία. Τό "κρεῖττον", τό ἀνώτερο δῶρο, εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία. Εἶναι τό ἄνοιγμα τῆς θύρας τῆς ψυχῆς μας στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος μόλις τοῦ ἀνοίξουμε ἔρχεται καί κατοικεῖ καί γεννιέται πάλι μέσα στίς φάτνες τῶνψυχῶν μας. Ἀμήν.










