«Ὁ Χριστός Ἀληθῶς Ἀνέστη» Κυριακή τοῦ Θωμᾶ, 12 Μαΐου 2024
Ἀγαπητοί Ἀδελφοί, Χριστός Ἀνέστη!
Στό κλείσιμο τῆς Διακαινησίμου Ἑβδομάδος ἀκούσαμε σήμερα τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη νά μᾶς ἀφηγεῖται ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ἀπουσίαζε κατά τήν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στούς Μαθητές καί παρά τήν διαβεβαίωση ἐκείνων, δυσπίστησε. Μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες ὅμως, ὅταν ὁ Ἀναστάς Κύριος ἐπανεμφανίσθηκε σέ ὅλους τούς Μαθητές, παρόντος και τοῦ Θωμᾶ, τότε ἐκεῖνος ὁμολόγησε πανηγυρικά τήν πίστη του σ’ Ἐκεῖνον.
Στό διάβα τῶν αἰώνων μέχρι καί σήμερα, πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον ἀμφισβητοῦν, ἀλλά καί ἀρνοῦνται τήν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, χωρίς βέβαια νά μποροῦν νά στηρίξουν, οὔτε ἐπ’ ἐλάχιστον τίς θεωρίες τους.
Οἱ Ἱεροί Εὐαγγελιστές περιγράφουν πολλές ἀπό τίς ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου μας τόσο στούς Μαθητές Του, ὅσο καί σέ ἄλλους ἀνθρώπους, ὥστε νά λαμβάνουμε μία-μία τίς ἀποδείξεις γιά τό ὅτι ὁ Χριστός πραγματικά ἀναστήθηκε, ἀφοῦ ἐμφανίσθηκε σέ ἀνθρώπους, Τον ψηλάφισαν, Τον προσκύνησαν, ἐνῶ Ἐκεῖνος συνομίλησε καί συνέφαγε μαζί τους. Τά ὅσα περιγράφονται στά Ἱερά Εὐαγγέλια, στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί στίς Ἐπιστολές τους ἀποδεικνύουν τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ διά τῆς καταφατικῆς καί τῆς ἀποφατικῆς ὁδοῦ.
Ἡ καταφατική ὁδός στοιχειοθετεῖται ἀπό τό γεγονός, ὅτι ἀπό ὅλες τίς εὐαγγελικές περιγραφές τῆς Ἀναστάσεως διαφαίνεται ἕνας φυσικός, ἀνεπιτήδευτος καί συγχρόνως ἁρμονικός χαρακτήρας τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ.
Μετά τήν ἐκ νεκρῶν τριήμερη ἀνάστασή Του ὁ Χριστός στίς πρῶτες ἐμφανίσεις Του στίς Μυροφόρες, στον Λουκᾶ και τον Κλεόπα, ἐκ τῶν 70 Μαθητῶν, πού πήγαιναν στούς Ἐμμαούς, στόν Πέτρο καί στούς δέκα Μαθητές, πού ἦταν κλεισμένοι σέ ἀσφαλῆ χῶρο γιά τόν φόβο τῶν Ἰουδαίων, τούς παρηγορεῖ, τούς χαροποιεῖ καί τούς ἐνθαρρύνει.
Στίς ἀμέσως ἑπόμενες ἐμφανίσεις Του στόν Θωμᾶ, την ὁποία σήμερα ἑορτάζουμε, στήν Τιβεριάδα, στόν Ἰάκωβο καί στό ὄρος τῆς Γαλιλαίας στηρίζει τούς Μαθητές στήν πίστη τῆς Ἀναστάσεως. Τούς ἐπιτιμᾶ γιά τήν δυσπιστία τους, ἀλλά τούς ἀναθέτει τήν ἀποστολική διακονία τους.
Στίς τελευταῖες χρονικῶς ἐμφανίσεις Του στό Ὄρος πάλι τῆς Γαλιλαίας καί στήν Βηθανία, προτοῦ νά ἀναληφθεῖ χαρίζει τίς εὐλογίες Του στούς Ἀποστόλους καί σέ ὁλόκληρη τῆν πρώτη Ἐκκλησία, πού ἦταν συναθροισμένη ἐκεῖ καί μάλιστα προσελκύει τά βλέμματα τῶν Μαθητῶν καί τήν διάνοιά τους πρός τό μέλλον προετοιμάζοντάς τους γιά τό μεγάλο τους ἔργο.
Ἄν τά ἔγραφε αὐτά ἕνας μόνον Εὐαγγελιστής θά μποροῦσε κάποιος νά σκεφθεῖ, ὅτι γράφει σύμφωνα μέ κάποιο σχέδιο, πού ἔχει στό μυαλό του. Ἐπειδή ὅμως αὐτά γράφτηκαν ἀπό τέσσερις Εὐαγγελιστές, οἱ ὁποῖοι βρίσκονταν σέ διαφορετικούς τόπους καί οἱ συγγραφές τους ἀπέχουν χρονικά μεταξύ τους, ὁποιαδήποτε ἀμφισβήτηση ἀποκλείεται.
Ἡ ἀποφατική ἀνάγνωση τώρα τῶν εὐαγγελικῶν διηγήσεων ἔχει κι ἐκείνη τίς δικές της ἀποδείξεις γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, μέ πρώτη καί κύρια τήν μεταβολή τοῦ χαρακτῆρος τῶν Μαθητῶν.
Πολλοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ πρῶτον τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο διακηρύττουν, ὅτι ἡ ψυχική μεταστροφή τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἀπό φοβισμένοι Μαθητές ἔγιναν διαπρύσιοι κήρυκες τῆς Ἀναστάντος Χριστοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου Του, ἀποτελεῖ μία ἀπό τίς ἰσχυρότερες ἀποδείξεις τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἔναντι ὅλων ἐκείνων, πού τήν ἀρνοῦνται ἤ τήν ἀμφισβητοῦν!
Πώς οἱ κλειδαμπαρωμένοι ἀπό τό φόβο τους Μαθητές, διά μιᾶς γίνονται γενναῖοι καί ἀτρόμητοι, ἐνώπιον τοῦ φανατισμένου ἐκείνου ὄχλου τῶν Ἰουδαίων;
Πῶς ἀψηφοῦν κάθε κίνδυνο καί εἶναι ἔτοιμοι νά ὑπομείνουν τά πάντα γιά Ἐκεῖνον, τόν ὁποῖον πρό ἡμερῶν εἶχαν ἀρνηθεῖ;
Πῶς ὁ Ἰούδας (ὄχι ὁ Ἰσκαριώτης) καί ὁ Ἰάκωβος, πού θεωροῦνταν Ἀδελφοί τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὡς παιδιά τοῦ Ἰωσήφ ἀπό τόν γάμο του πρίν λάβῃ τήν Παναγία ὑπό τήν προστασία του, ἐνῶ δυσπιστοῦσαν στόν Χριστό σύμφωνα μέ τόν 5ο στίχο τοῦ 7ου κεφ. τοῦ Ἰωάννου, τώρα μεταβάλλονται σέ ἐνθουσιώδεις κήρυκες τῆς Ἀναστάσεως καί μάλιστα ἔχουμε καί δύο Ἐπιστολές ἀπό ἐκείνους στήν Καινή Διαθήκη;
Ἀναμφιβόλως ἡ αἰφνίδια καί ἀπροσδόκητη γιά τά ἀνθρώπινα δεδομένα μεταβολή τῶν Μαθητῶν προκλήθηκε ἀπό τήν βεβαία πίστη τους στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκτός τούτων ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, Ἐπίσκοπος Ἱππῶνος (5ος αἰών. ) ἐλέγχει καί καταρρίπτει τήν ἀξιοπιστία τῶν στρατιωτῶν ὡς μαρτύρων τῆς κλοπῆς τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς Μαθητές, ὅπως ὑποστήριξαν τότε οἱ Ἑβραῖοι καί ἴσως ἀκόμη κάποιοι πιστεύουν. Λέει χαρακτηριστικά: «Ἄν κοιμώνταν τί εἶδαν; καί ἐάν δέν εἶδαν τίνος μάρτυρες εἶναι; Τί εἴδους μαρτυρία μπορεῖ νά προσκομίσει αὐτός πού κοιμᾶται...Εἶναι σάν νά λένε: Μαρτυροῦμε τήν ἀλήθεια τῆς κλοπῆς καί ἡ μαρτυρία μας εἶναι ἀδιαμφισβήτητη διότι, ὅταν ἔγινε, ἐμεῖς κοιμώμασταν καί οὔτε εἴδαμε, οὔτε ἀκούσαμε τίποτε».
Μᾶς ἐκπλήσει ἐπίσης ἡ στάση τῶν Ἀρχόντων οἱ ὁποῖοι, παρά τήν σκληρότητα καί τήν αὐστηρότητα τοῦ ῥωμαϊκοῦ δικαίου, οὔτε τούς στρατιῶτες τιμώρησαν γιά τήν ἀμέλειά τους, πού δέν ἐμπόδισαν τήν ἐπιχειρούμενη κλοπή, οὔτε στήθηκε ποτέ ἐπίσημη κατηγορία ἤ δίκη ἐναντίον τῶν Μαθητῶν, ὅτι διέρρηξαν τόν τάφο καί ἔκλεψαν τό σῶμα.
Τά μέλη τοῦ Ἑβραϊκοῦ Συνεδρίου πάλι, πού μέ τόση εὐκολία ψευδομαρτύρησαν κατά τοῦ Κυρίου καί τόν ἀνέβασαν στόν σταυρό, τώρα μένουν σιωπηλοί καί ἀδρανεῖς. Ἄν εἶχαν ἀπόδειξη ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἦταν ψευδής ἤ ἐφεύρημα τῶν Μαθητῶν θά τήν εἶχαν ἀντιτάξει, ἀλλά ὅπως ἀποδεικνύεται, δέν ἦταν σέ θέση νά τήν παράσχουν. Γι’ αὐτό καί ὁ ἱερός ὑμνωδός τούς προκαλεῖ μέ τόν αἶνο τοῦ β΄ἤχου : «εἰ τόν ταφέντα δώτωσαν ἤ ἀναστάντα προσκυνήτωσαν».
Ἀλήθεια τί θά κέρδιζαν οἱ Μαθητές πλάθοντας ἕνα μῦθο γιά τήν Ἀνάσταση καί κηρύττοντάς τον; Σέ τί θά τούς ὠφελοῦσε ἐκείνους, πού μόλις καί μετά βίας καί πάντοτε κατόπιν θεϊκῆς ἐπεμβάσεως γλύτωναν τήν ζωή τους καί συνέχιζαν τό ἔργο τους; Ἀδίστακτα πιστεύουμε ὅτι τό θάρρος, ἡ αὐτοθυσία καί ἡ αὐταπάρνηση τῶν Ἀποστόλων, τά σημεῖα-θαύματα, πού ἐπιτελοῦσαν στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, (βλ. Πράξ. ε΄ 12) καθώς καί ἡ αὔξηση τῆς Ἐκκλησίας παρά τούς συνεχεῖς διωγμούς ἀποτελεῖ τήν ἀδιάσειστη πίστη μας ὅτι ὁ Χριστός Ἀληθῶς Ἀνέστη!
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀπό τήν ἄπειρη ἀγάπη Του γιά τόν ἄνθρωπο, καταδέχθηκε νά σταυρωθεῖ και να ταφεῖ γιά τήν σωτηρία μας. Μετά τήν Ἀνάστασή Του, καταδέχθηκε νά ἐμφανισθεῖ καί νά ψηλαφηθεῖ, ὅπως καταδέχεται νά ἐμφανίζεται καί νά ψηλαφεῖται μέχρι σήμερα ἀπό ὅποιον ζητεῖ ἀξιόπιστη μαρτυρία τῆς ἀληθινῆς παρουσία Του. Ὄχι μόνο μέσα ἀπό τά θαυμαστά τῆς ζωῆς μας, ἀλλά προσφέροντας σέ ὅλους ἀνεξαιρέτως τό σῶμα Του καί τό αἷμα Του ὡς ἀναγκαῖα πνευματική τροφή γιά νά ἔχουμε ζωή καί σωτηρία. Ὁ Χριστός δέν εἶναι ἀπρόσιτος, οὔτε ἀποτελεῖ ἰδεολογία, οὔτε κἄν θεωρία θρησκευτική. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ μόνη πολύτιμη ἐμπειρία τῆς ζωῆς μας. Σέ ἐμᾶς ἀπομένει νά προσμένουμε τήν συνάντηση μαζί Του. Ἀκόμη κι ὁ πιό δύσπιστος, ἄν ἔχει τήν καλή προαίρεση τοῦ Θωμᾶ, μπροστά στόν Χριστό θά ἀναφωνήσει: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου δόξα σοι» βιώνοντας τήν θεοειδῆ ἐμπειρία τοῦ χαιρετισμοῦ μας αὐτῶν τῶν ἡμερῶν: Χριστός Ἀνέστη, Ἀληθῶς Ἀνέστη!