«Ἡ πατρική Ἑστία τῆς Ἐκκλησίας» Κυριακή τοῦ Ἀσώτου 3 Μαρτίου 2024 - (Λουκᾶ ιε΄ 11-32)
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, πού δίνει τήν ὀνομασία της στήν σημερινή, δεύτερη Κυριακή τοῦ Τριωδίου, ἀποτελεῖ τήν πλέον εὔγλωττη ἱστόρηση τῆς μετανοίας καί γιά αὐτό ἀφορᾶ σέ ὅλους μας.
Ὁ Κύριος μέ τήν συγκινητική ἀφήγηση τῆς παραβολῆς, πού βρίσκεται στό 15ο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ, περιγράφει τό δράμα τῆς περιπλάνησής μας στήν ἁμαρτία. Σαφῶς καί ἡ οὐσία τῆς παραβολῆς βρίσκεται στήν μετάνοια καί τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Δέν πρέπει ὅμως νά μᾶς διαφεύγει, τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπιστροφή του συνέβη ὄχι μόνο ἐξαιτίας τῆς κακοπάθειάς του στόν ξένο τόπο, ὅπου ἦταν ἀναγκασμένος να τρώει ὅ,τι περίσσευε ἀπό τά ξυλοκέρατα, πού ἔτρωγαν οἱ χοίροι, ἀλλά κυρίως ἐξ ἀφορμῆς τῆς γλυκείας ἀνάμνησης τῆς πατρικῆς του ἑστίας. Ἡ δίχως ἀμφιβολία ἀνωτερότητα τῆς συμπεριφορᾶς τοῦ Πατέρα του, ἀκόμη καί στή σχέση του μέ τούς μισθωτούς δούλους, σέ σύγκριση μέ ὅ,τι ἐκεῖνος βίωνε στά δικά του ἀφεντικά, κίνησε τήν ψυχή του νά φωνάξει, «ἀναστάς» δηλαδή ἀφοῦ ἀναστηθῶ ἀπό τόν θάνατο αὐτό τῆς ἁμαρτίας θά πορευθῶ πάλι πρός τόν Πατέρα μου.
Καί οἱ δύο υἱοί, πού ἀναφέρονται στήν παραβολή γνώρισαν τό μεγαλεῖο τῆς πατρικῆς τους ἑστίας. Ὄχι μόνο τήν στέγη, τήν τροφή καί τήν φιλοξενία, ἀλλά κυρίως τό ἀξεπέραστο ἦθος τοῦ Πατέρα, τήν ἀνιδιοτελῆ του ἀγάπη καί τό ἐναγώνιο ἐνδιαφέρον του γιά ὅλους, ἀκόμη και τούς μισθωτούς δούλους του.
Ὁ ἕνας υἱός, ὁ μικρότερος, ἀφοῦ φέρθηκε ἀνώριμα καί ἀνόητα, πληγωμένος ἐμφανῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, παραιτεῖται τῶν κληρονομικῶν δικαιωμάτων του, τά ὁποῖα ἀναγνωρίζει, ὅτι τά κατασπατάλησε στήν ἄσωτη ζωή καί ἀποζητεῖ μόνο καί μόνο τήν ζεστασιά καί τήν ἀσφάλεια τῆς πατρικῆς στοργῆς.
Ὁ ἄλλος, ὁ μεγαλύτερος τυφλωμένος ἀπό τόν ἐγωϊσμό, τήν πλεονεξία καί τόν φθόνο, ἀπαιτεῖ τά δικαιώματά του, τά ὁποῖα βεβαίως τοῦ ἀνήκουν καί δέν τοῦ τά στέρησε κανείς καί οὔτε βεβαίως τά σπατάλησε. Δέν τά ζητεῖ ὅμως γιά νά ζήσει καλύτερα, ἀλλά γιά νά στερήσει ἀπό τόν νεώτερο πρώην ἄσωτο ἀδελφό του, τό ἔλεος καί τήν στοργή τοῦ Πατέρα και να ἐπισημάνει με αὐθάδεια την ἀνωτερότητά του ἔναντι αὐτῶν!
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἑρμηνεύοντας ἐπισημαίνουν, ὅτι ὡς πατρική ἑστία πρέπει θεωρήσουμε τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπου ὁ Θεός Πατέρας φροντίζει για ἐμᾶς τά παιδιά Του, ὥστε νά ἀπολαμβάνουμε τά ἀγαθά μας, μέ πρῶτο τήν ἐλευθερία, βάσει τῆς ὁποίας διαχειριζόμαστε τήν σχέση μας μαζί Του. Κι ἐδῶ χρειάζεται μεγάλη προσοχή, ὅπως τήν ἐπισημαίνει κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀπό τό 6ο κεφάλαιο τῆς Α΄πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς του: «ὅλα μοῦ εἶναι δυνατά νά τά κάνω, ἀλλά δέν μέ συμφέρουν ὅλα, ὅλα μοῦ εἶναι δυνατά νά τά κάνω, ἀλλά ἐγώ δέν θά σκλαβωθῶ σέ τίποτε ἀπό αὐτά». Ὁ Θεός ὡς Πατέρας δίκαιος καί ἀληθινός δέν φέρνει ἀντίρρηση στίς ἐπιλογές μας, ἐμεῖς ὅμως καί ἁμαρτίες κάνουμε ἀπομακρυνόμενοι ἀπό τήν πατρική Ἑστία, ἀλλά καί ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ ἐνδεχομένως δέν εἴμαστε τόσο ἁμαρτωλοί ὅπως ἄλλοι συνάνθρωποι καί ἀδελφοί μας, ἀφ’ ᾗς στιγμῆς μάλιστα ἐκκλησιαζόμαστε, νηστεύουμε κι ἐκδηλώνουμε την πίστη μας με τά ἐξωτερικά γνωρίσματα τοῦ βίου μας. Αὐτό ὅμως ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά συγκεντρώνουμε χαρακτηριστικά καί τῶν δύο υἱῶν τῆς παραβολῆς, ἔχοντας πάντοτε την ἀνάγκη τῆς πολυπόθητης μετάνοιας.
Ἄν κοιτάξουμε μέ προσοχή τήν ζωή μας ὡς συγχρόνων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, θά ἀπογοητευθοῦμε για τη σχέση μας με την πατρική ἑστία τῆς Ἐκκλησίας. Θα ἀντιληφθοῦμε, ὅτι πράγματα τά ὁποία στίς ἀμέσως προηγούμενες γενιές ἦταν δεδομένα σέ ἐμᾶς εἶναι ζητούμενα καί ἐρευνώμενα και ἐν πολλοῖς θεωροῦνται ὡς φολκορικά κατάλοιπα τοῦ παρελθόντος. Ἡ καθημερινή προσευχή, τό πρωϊ καί κυρίως τό βράδυ, ὡς λατρεία τοῦ Θεοῦ στό σπίτι μας, ἀνάβοντας τό καντήλι στά εἰκονίσματα καί θυμιάζοντας, γιά νά ἀνεβεῖ ἡ προσευχή μας, ὅπως ἀνεβαίνει τό θυμίαμα στόν οὐρανό. Ἡ ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί κυρίως τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ ἀνάγνωση τῶν ψαλμῶν τοῦ Δαβίδ καί διαφόρων εὔληπτων Πατερικῶν συγγραμμάτων, πού φωτίζουν καί λαμπρύνουν τήν ψυχή.
Οἱ παραδεδομένες ἀπό τούς Ἁγίους Ἀποστόλους νηστεῖες τῆς Τετάρτης, τῆς Παρασκευῆς καί τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού κοντοζυγώνει, ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἡ προσπάθεια γιά τήν αὔξηση τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγῶνα μέσα ἀπό τά ποικίλα ἀγωνίσματα τῶν ἀρετῶν καί κυρίως τῆς φιλανθρωπίας, τῆς ἔμπρακτης δηλαδή ἀγάπης. Καί στήν κορυφή ὁ Ἐκκλησιασμός μας ἀνυπερθέτως τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες ἑορτές μέ τήν ἀπαραίτητη συχνή θεία Κοινωνία.
Ἀλήθεια πού χάθηκε αὐτή ἡ ἀγάπη κι ἡ προσμονή πολλῶν ἐκ τῶν συγχρόνων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν γιά τόν Χριστό; Τί ἔχουμε νά κάνουμε καλύτερο στή ζωή μας ἀπό τό νά σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ Βήματος καί νά κοινωνήσουμε τόν Χριστό; Ποιόν ἄλλον ἔχουμε νά περιμένουμε στή ζωή μας ἐκτός ἀπό τόν Χριστό; Ποιός μᾶς ἀγάπησε ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός μᾶς ἀνέχεται ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός στενάζει στόν σταυρό ἀπό τά καρφιά τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὅπως ὁ Χριστός; Ποιός ἄλλος σήκωσε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας καί μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό τόν διάβολο, ὅπως ὁ Χριστός;
Κι ἐμεῖς ὄχι μόνο δέν κάνουμε λίγα ἁπλά βασικά πράγματα στή ζωή μας, ἀλλά Τόν βλασφημοῦμε κιόλας μέ λόγια καί μέ ἔργα. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι δέν ἀντιδροῦμε, ὅταν κάποιοι περιφέρουν μέ ἀναίδεια τήν ὕβρη τους ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, ἀλλά δειλιάζουμε καί πολλές φορές ντρεπόμαστε και τον σταυρό μας να κάνουμε ἀκόμη!
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Εἰσερχόμαστε στη δεύτερη ἑβδομάδα τοῦ Τριωδίου. Μαζί με την ταπεινή προσευχή τῆς προηγούμενης Κυριακῆς, σήμερα τονίζεται ἡ ἀνάγκη τῆς Μετανοίας. Ἡ Μετάνοια κορυφώνεται στό μυστήριο τῆς Ἐξομολόγης, ἀλλά για να φθάσουμε ἐκεῖ πρέπει να ὑπάρχει ἡ ἐνσυνείδητη ὁμολογία τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας, να ζοῦμε δηλαδή την πίστη μας.
Ἄν παρασυρθήκαμε ἐμφανῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅπως ὁ ἄσωτος, ἤ ἀφανῶς ἀπό αὐτήν, ὅπως ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός, ἄς το ἀναγνωρίσουμε. Διότι καί οἱ δύο υἱοί, ἀσχέτως τοῦ τόπου, στόν ὁποῖο κατοικοῦσαν, ἦταν μακρυά ἀπό τόν Πατέρα καί ζοῦσαν τήν ψευδαίσθηση καί ὄχι τήν ἀλήθεια τῆς ζωῆς. Μέ μία διαφορά ὅμως: ὁ ἄσωτος υἱός τό κατάλαβε κι ἐπέστρεψε, ἀλλά ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός ἀδυνατοῦσε νά κατανοήσει τήν ἀπόσταση, πού τόν χώριζε ἀπό τόν Πατέρα κι ἐνῶ ζοῦσε τόσο κοντά του, στήν πραγματικότητα παρέμενε μακρυά κι ἀμετανότητος.
Ἄς μήν συμβεῖ τό ἴδιο και σ’ἐμᾶς. Ἄς μην καταδεχθοῦμε να ἐπιλέξουμε τά ξυλοκέρατα τῶν συνηθειῶν τοῦ κόσμου, πού μᾶς περιβάλλει, ἀντί τῆς παραδοσιακῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Ἄς πειθαρχήσουμε στην ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησία κι ἄς μείνουμε μακρυά ἀπό ἐφάμαρτες ἀποκριάτικες ἐκδηλώσεις, πού διαφθείρουν το ἦθος και την ἀξιοπρέπειά μας. Δεν εἶναι ἔθιμα αὐτά για τον Ὀρθόδοξο Χριστιανό. Ἀκόμη κι ἡ Τσικνοπέμπτη ὁρίζεται ὡς ἡ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας για τά παιδιά Της, πού θα νηστέψουν και θα ξαναφᾶνε κρέας το Πάσχα σύν Θεῷ κι ὄχι ἀφορμή για ξεφαντώματα και καρναβαλικές ἰαχές.
Ἄς ἀρκεστοῦμε στη θαλπωρή τῆς πατρικῆς ἑστίας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄς τηρήσουμε με εὐλάβεια το πνευματικό πρόγραμμα τῶν Ἁγίων μας.
Ἄς ζηλέψουμε τό «ἀναστάς πορεύσομαι» τοῦ πρώην ἀσώτου κι ἄς μείνουμε μέσα στην ἂγκαλιά τῆς Ἐκκλησίας γιά τή σωτηρία μας χωρίς να διαπραγματευθοῦμε με τον κόσμο τά αἰώνια κληρονομικά δικαιώματά μας για την Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀμήν.