«Γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! » Κυριακή 20 Αὐγούστου 2023 – Α΄ Κορ. θ΄ 2-12
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Ὅπως ἡ σφραγίδα καθιστᾶ γνήσιο ἕνα ἔγγραφο καί ἐπικυρώνει τό περιεχόμενό του, κατά τόν ἴδιο τρόπο ὁ ἀπόστολος Παῦλος θεωρεῖ, πώς καί οἱ Χριστιανοί τῆς Κορίνθου, ὡς ἄλλη σφραγίδα ἐπικυρώνουν τήν ἰδιότητά του ὡς Ἀποστόλου τοῦ Χριστοῦ καί ἀποτελοῦν τήν αὐθεντική μαρτυρία γιά τό ἀποστολικό του ἔργο.
Χωρίς ἀμφιβολία ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπιχειρεῖ ἀπό τή μιά μεριά νά ἐνισχύσει τήν θέση του ἔναντι ὅσων τόν ἀμφισβητοῦσαν, ἐπειδή δέν συγκατελέγετο ἐξ ἀρχῆς μετά τῶν Ἁγίων 12 Ἀποστόλων. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά φαίνεται, πῶς ἐπιθυμεῖ νά φιλοτιμήσει τούς Κορινθίους, ὥστε μέ τή σειρά τους νά οἰκειοποιηθοῦν τό ὑψηλό πρότυπο τοῦ ἀγωνιζομένου Χριστιανοῦ, πού παλεύει ἐνάντια στή νοοτροπία τοῦ κόσμου, γιά νά ἀρέσει στόν Χριστό. Μνημειώδης ἐξάλλου ὑπάρχει ὁ παύλειος λόγος: «Ἐάν ἐπεδίωκα νά ἀρέσω στούς ἀνθρώπους, δέν θά ἤμουν δοῦλος τοῦ Χριστοῦ» (Βλ. Γαλ. α΄10)
Προτρέπει λοιπόν τούς Κορινθίους καί ὅλους ἐμᾶς νά ἀκολουθήσουμε τό δικό του παράδειγμα, ὥστε καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή νά ζοῦμε, ἀλλά καί νά μήν δίνουμε ἀφορμές σκανδαλισμοῦ, κυρίως σέ ὅσους τὶς ἀναζητοῦν γιά νά ἐπικρίνουν τούς Χριστιανούς καί στό πρόσωπό τους τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί αὐτόν ἀκόμη τόν Ἴδιο τόν Χριστό.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος φανέρωνε μέ τό λόγο του τήν σωτηρία, πού προσφέρει ὁ Χριστός. καί ἐπαλήθευε αὐτόν τὸν λόγο μέ τήν πράξη τῆς ζωῆς του, παραιτούμενος ἀπό τά δικαιώματά του ὡς Ἀποστόλου, δικαιώματα πού ἀφοροῦσαν στήν κάλυψη τῶν ὑλικῶν του ἀναγκῶν. Κι ἐνῶ κανείς δέν θά τόν παρεξηγοῦσε, ἐάν ἔκανε χρήση αὐτῶν τῶν δικαιωμάτων, ἐντούτοις ἐκεῖνος παραιτήθηκε ἀπό αὐτά, μόνον καί μόνον γιά νά μήν δώσει ἀφορμή σκανδαλισμοῦ καί ἔτσι ἀπαξιωθεῖ τό μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας. Ἀπόδειξη τῶν λόγων του εἶναι ὅσα ὁμολόγησε στή Μίλητο ἐνώπιον τῶν Πρεσβυτέρων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου: «Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι γνωρίζετε, ὅτι στίς ἀνάγκες μου καί στίς ἀνάγκες ἐκείνων πού ἦταν μαζί μου, ὑπηρέτησαν τά χέρια αὐτά» (Βλ. Πραξ. κ΄ 34)
Ἀντιλαμβανόμαστε λοιπόν, πώς εἶναι μεγάλη χριστιανική ἀρετή νά μπορεῖς νά ἐκχωρεῖς τά δικαιώματά σου μέ θυσιαστικό τρόπο, γιά τήν εἰρήνευση τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων καί γιά ἐντιμώτερη πνευματική ζωή. Καί κυρίως γιά νά μήν ἀπαξιώνεται τό εὐαγγελικό κήρυγμα καί ὁ τρόπος τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς βιοτῆς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Διότι σήμερα πολλοί ἀπό ἐμᾶς γινόμαστε ἀνακόλουθοι, καθώς ἄλλα πιστεύουμε καί λέμε, κι ἄλλα δυστυχῶς κάνουμε!
Ἀρκετοί ὅμως καὶ γενναῖοι στό διάβα τῶν εἴκοσι αἰώνων τῆς ἱστορικῆς πορείας τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο οἰκειοποιήθηκαν τό ἀποστολικό χρέος, ποὺ δίδαξε ὁ ἀπόστολος Παύλος. Ἐνσυνείδητοι Χριστιανοί, ἐπώνυμοι καί ἀνώνυμοι, ἐκχώρησαν τά δικαιώματά τους χάριν τῶν ἀδελφῶν τους! Προτίμησαν ἐν γνώσει τους νά διέλθουν ἀπό τήν στενή πύλη καί νά ἀκολουθήσουν τήν τεθλιμμένη ὁδό, ἡ ὁποία ὅμως ὁδηγεῖ στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν κατά τήν ἀψευδῆ ἐπαγγελία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. (βλ. Ματθ. ζ΄ 14).
Πρῶτο λαμπρό παράδειγμα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ὁποῖος ὡς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, εἶχε προσφέρει τά μέγιστα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τῆς θέσεως τοῦ Προέδρου τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐντούτοις, ὅταν ἀμφισβητήθηκε ἀπό μερίδα Ἐπισκόπων τῆς Αἰγύπτου, παραιτήθηκε ἀμέσως ἀπό τόν θρόνο καί τήν προεδρία τῆς συνόδου, ἡ ὁποία ἐν τῷ μεταξύ εἶχε ὁλοκληρώσει τίς ἐργασίες της.
Παρά τήν ἀντίθετη ἄποψη τῶν περισσοτέρων Πατέρων, πού συγκρότησαν τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου, οἱ ὁποῖοι ὁμοθυμαδόν τόν παρακαλοῦσαν νά παραμείνει, δέν ἐπανέκαμψε.
Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος διεφύλαξε τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας στήν Κωνσταντινούπολη, ἐνῶ εὑρισκόταν στά χέρια τῶν αἱρετικῶν, πνευματομάχων καί ἀρειανῶν. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἔσωσε στήν κυριολεξία τήν ὀρθόδοξη πίστη μέ τούς πέντε θεολογικούς του Λόγους, μεταστρέφοντας στήν ὀρθόδοξη πίστη τό πλανεμένο πλήρωμα τῆς Πρωτεύσουσας πόλης. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν διεκδίκησε τίποτε προσωπικό, ἐκεῖνος προτίμησε νά ἀδικήσει τόν ἑαυτό του γιά νά μήν ἀδικηθεῖ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. «Ἀφίημι ὑμίν τήν πόλιν καί τά βασίλεια» εἶπε ἀνάμεσα στά ἄλλα στόν συντακτήριο, τόν τελευταῖο λόγο του στήν Κωνσταντινούπολη, ἐκδηλώνοντας μέσα αὐτή την λιτή φράση τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του καί το ἀγωνιστικό φρόνημά του μέσα σέ ἄκρα ταπείνωση, γνωρίζοντας πώς ὁ Χριστός ἐπιβραβεύει αὐτήν τήν ἀξιοπρέπεια.
Πολλούς αἰῶνες μετά ὁ ἅγιος Νεκτάριος, θῦμα συκοφαντικῆς δυσφήμισης, δυστυχῶς ἀπό μέρους κυρίως ἐκκλησιαστικῶν ἀνθρώπων, ὑπέμεινε καρτερικά μέ ὑποδειγματική ταπείνωση καί γενναιότητα. Σήκωσε τόν σταυρό του, ἀποποιούμενος τῶν δικαιωμάτων του γιά νά μήν δοθῇ ἡ παραμικρή ἀφορμή νά σπιλωθῇ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀφήνοντας παράλληλα τή ζωή του στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός, ὄχι μόνο τόν δικαίωσε, ἀλλά τόν ἀνέδειξε ὅσο λίγους.
Ἀλλά καί στά Νησιά μας, στά μέσα τοῦ 18ου αἰῶνα, οἱ Ἅγιοι Κολλυβᾶδες Πατέρες, πού ἀναγέννησαν πνευματικά τό ὑπόδουλο Γένος μας, προτίμησαν τήν φυγή ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, γιά χάρη τῆς εἰρήνης καί τῆς ὁμαλῆς συνέχισης τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Δέν ὑπερμάχησαν τοῦ δικαίου, οὔτε τῶν δικαιωμάτων τους, παρά τό ὅτι εἶχαν ὅλο τό δίκαιο μέ τό μέρος τους. Καί ὁ Χριστός εὐλόγησε τήν ἐπιλογή τους. Τούς κατέστησε πνευματικούς ὁδηγούς τῶν ἀνθρώπων, ὁδοδεῖκτες τῆς Βασιλείας Του, συνεργούς στή σωτηρία τῶν πιστῶν. Γιά ἐμᾶς δέ τούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες, τούς κατέστησε πνευματικούς Πατέρες, οἱ ὁποῖοι μέ διακεκριμένη παρρησία προετοίμασαν μυστικά, μέσα ἀπό τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας τήν ἐθνική μας παλιγγενεσία καί ἔτσι ἐπετεύχθη ἐν τέλει ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τόν Τουρκικό ζυγό.
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
«Πολλοί Χριστιανοί, λέει ἕνας σύγρονος Ἅγιος, θέλουν νά εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό δοξασμένοι, ἀλλά δέν θέλουν νά εἶναι μαζί Του στήν ἀτίμωση καί τόν Σταυρό. Προσεύχονται νά κληρονομήσουν τήν Βασιλεία Του, ἀλλά δέν θέλουν νά ὑποφέρουν μαζί Του. Ἔτσι ὅμως φανερώνουν, ὅτι δέν εἶναι εἰλικρινεῖς κι ὅτι δέν ἀγαποῦν τόν Χριστό ἀληθινά. Μᾶλλον δέ τόν ἑαυτό τους ἀγαποῦν περισσότερο κι ὄχι τόν Χριστό.» (ἅγιος Τύχων Ἐπίσκοπος Ζαντόσκ)
Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, τό ἐκφράζει μέσα ἀπό τή ζωή του. Ὁμιλεῖ εὐκαίρως ἀκαίρως(βλ. Β΄Τιμ. δ 2) μέ λόγια καί ἔργα, γιά τήν ἐν Χριστῷ βιοτή, ἀλλά γνωρίζει κιόλας νά ἀποσύρεται διακριτικά ἀπό τό κέντρο, ὥστε μέ εὐχέρεια νά διακρίνεται ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία Του πίσω ἀπό αὐτόν. Προσβλέπει στόν Χριστό ὡς τό μοναδικό πρότυπο ζωῆς καί παράδειγμα πρός μίμηση (Βλ. Ἑβρ. ιβ 2). Ὅταν ἀδικεῖται, γνωρίζει πώς, ὁ Χριστός, εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος καί ὁ μόνος Δίκαιος, ὁ Ὁποῖος ἄδικα καταδικάσθηκε σέ μία ἄδικη δίκη (βλ. Δοξαστικό τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ). Καί τότε ἔχοντας γνώση τῆς ἁμαρτωλότητός του, ὄχι μόνο ὑπομένει μέ ταπείνωση, ἀλλά, ὅπως ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ἀκολουθεῖ τήν μαρτυρική ὁδό τῆς παραιτήσεως ἀπό τό δίκαιό του, χωρίς νά δίνει στόν διάβολο ἀφορμή νά τόν ἐξαρτᾶ ἀπό αὐτό καί νά τόν σύρει στήν ἀπώλεια.
Ἡ ἐκχώρηση τῶν δικαιωμάτων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί συνεκδοχικῶς γιά τήν ἀγάπη τῶν Ἀδελφῶν, εἶναι εὐαγγελική ἀρετή καί μᾶς ὁδηγεῖ ἀνυπερθέτως στή σωτηρία. Ἀμήν.