«Ὡς προσδεχόμενοι την Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» Κυριακή τῶν Μυροφόρων, 19 Μαΐου 2024
Ἀγαπητοί Ἀδελφοί, Χριστός Ἀνέστη!
Ἡ τόλμη καί τό θάρρος εἶναι τά κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα τῶν προσώπων, πού προβάλλονται σήμερα, ὅπως ὑπογραμμίζει ὁ Εὐαγγελιστής Μᾶρκος στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, γιατί κατόρθωσαν τό ἀκατόρθωτο γιά τήν ἐποχή τους καί μάλιστα χωρίς νά το περιμένει κανείς.
Μόνον «ὁ εὔσπλαχνος καί ἐλεήμων Θεός, ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς καί τά κρύφια τῶν ἀνθρώπων ἐπιστάμενος μόνος» (εὐχή Βαπτίσματος) τό ἐγνώριζε. Ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος ὑπερέβησαν ἑαυτούς για την ἀγάπη και την δόξα τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου. Ἦταν βουλευτές τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου κι ἀνεδείχθησαν εὐσχήμονες Κηδευτές τοῦ Χριστοῦ. Και μαζί με αὐτούς μνημονεύεται κι ἡ εὐλογημένη περί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο σύναξη τῶν Μυροφόρων Γυναικῶν μέ πρώτη τήν Ἁγία Μαρία τήν Μαγδαληνή, οἱ ὁποῖες παρά το ὅτι ἦταν γυναῖκες, ἐντούτοις ξεπέρασαν στην ἀνδρεία τούς φοβισμένους Μαθητές. Ἀνεπλήρωσαν τόν τῦπο καί τόν τόπο τῶν Μαθητῶν, ἀναλαμβάνοντας με ζηλευτό φρόνημα, να ἐπιτελέσουν, ὅσα ἡ περίσταση ἐπέβαλε σχετικῶς με την ταφή και τίς νεκρικές τιμές προς τον Κύριο.
Γι’ αὐτό πρῶτες ἔμαθαν τό χαρμόσυνο μήνυμα τῆς ἐκ νεκρῶν Ἐγέρσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ κι ἔλαβαν τήν μέγιστη καί ὕψιστη τιμή νά εὐαγγελισθοῦν τήν Ἀνάστασή Του, τό κέντρο τῆς πίστεως, τήν οὐσία τῆς ζωῆς μας καί τῆς καρδιᾶς μας τήν μόνη χαρά!
Μᾶς ἐνθουσιάζει ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον ὁ Θεός πραγμάτωσε τό θέλημά Του μέσα ἀπό μία χούφτα ἀνθρώπων, κυρίως γυναικῶν, πού ἄν καί ζοῦσαν στό περιθώριο τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου τους καί τῶν ἐξελίξεων, ξαφνικά ἀναδεικνύονται σπουδαῖοι. Οἱ Εὐαγγελιστές λένε ἐλάχιστα γιά τά πρόσωπα αὐτά, ἀλλά ἄμεσα ἤ ἔμμεσα ὑπογραμμίζουν τό θάρρος, τήν τόλμη καί τή γενναιότητά τους, τήν ἴδια στιγμή πού μέ πόνο ἀναφέρονται στήν ἐγκατάλειψη τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς Μαθητές, στήν προδοσία τοῦ Ἰούδα καί τήν τριπλή ἄρνηση τοῦ Πέτρου.
Ἀντιλαμβανόμαστε με πικρία, ὅτι πολλοί, ἀπ’ ὅσους ἀκολουθοῦσαν πρωτύτερα τόν Χριστό, δέν τό ἔκαναν, ὅπως φαίνεται, ἀπό πίστη καί ἀγάπη προς Ἐκεῖνον, ἀλλά μᾶλλον ἀπό ἰδιοτέλεια. Προσδοκοῦσαν βοήθεια, ἐπιθυμοῦσαν τον ὑλικό χορτασμό, ἤθελαν θαύματα καί θεραπεῖες, περίμεναν τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τούς Ῥωμαίους, ἐνδιαφέρονταν, συνελόντι εἰπεῖν, ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τίς μέριμνες τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους.
Κι ἔτσι ἡ σχέση τους μέ τόν Χριστό δέν ἔγινε ποτέ αἰώνια καί πνευματική κατ’ οὐσίαν. Παρέμεινε πελατειακή καί ἐφήμερη. Ἐξαντλήθηκε σέ μικρότητες καί φθηνούς ὑπολογισμούς. Συμπυκνώθηκε στήν αὐθάδη ἀπαίτηση τοῦ ἐξ ἀριστερῶν ληστοῦ, ἄν εἶναι Θεός ὁ Χριστός, τότε νά κατεβεῖ ἀπό τόν Σταυρό, γιά νά τούς σώσει κι ἀφοῦ λύσει τά βιοτικά τους προβλήματα, τότε νά Τόν πιστέψουν τελικῶς! Ὅπως ἀκριβῶς και σήμερα συμβαίνει!
Μόνον ὁ εὐγνώμων Ληστής τούς ἀποστόμωσε καί ἔκανε τήν νικηφόρα ὑπέρβαση τῆς καθημερινότητας καί τῶν προβλημάτων της, μάλιστα τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς του. Καρφωμένος στόν σταυρό, ἀλλά κατ’ οὐσίαν ἐλεύθερος καί γι’ αὐτό ἀμέσως πρῶτος πολίτης καί οἰκήτορας τοῦ Παραδείσου.
Δυστυχῶς ὅμως, ἄν καί πέρασαν σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια, στή διάρκεια τῶν ὁποίων ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ παρατείνει τό θαῦμα τῆς ἀναστάσιμης ζωῆς στούς αἰῶνες καί ἡ δική μας ἐποχή χαρακτηρίζεται ἀπό ἀτολμία, δειλία καί πολλή αὐθάδεια ἀπέναντι στόν Χριστό. Και το ἄσχημο πλέον εἶναι ὅτι αὐτή ἡ αὐθάδεια και το θράσσος περιβάλλονται και με το ἔνδυμα τῆς νομοθεσίας τοῦ κράτους.
Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι ἐπίσης, πού ἐνῶ δυσκολεύονται νά ὁμολογήσουν εὐθαρσῶς τήν πίστη καί τή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐντούτοις μέ εὐκολία γογγύζουν κατά τοῦ Χριστοῦ καί αἰτιῶνται τήν Ἐκκλησία Του γιά τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, γεγονός πού φανερώνει τήν ἔλλειψη τῆς παρουσίας τοῦ ἁγίου Πνεύματος στη ζωή τους.
Βέβαια ὁ Χριστός σέ κάθε ἐποχή καί σέ κάθε τόπο ἔχει τούς ἐκλεκτούς Του. Λίγους ἴσως, ἀλλά ἐκλεκτούς. Ἀνθρώπους ἁπλούς καί συνήθως ἀναξίους τῆς προσοχῆς τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἑλκύουν τήν χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀνθρώπους, πού ζοῦν ἀνάμεσά μας, μέσα στόν κόσμο καί ταυτόχρονα ἔξω ἀπό αὐτόν. Ἀνθρώπους-μέλη τῆς κοινωνίας μας, πού ἐργάζονται, πού ἔχουν οἰκογένειες καί ἀγωνίζονται μέ τόν ἱδρῶτα τοῦ προσώπου τους νά τίς ἀναστήσουν, μέ σύμμαχό τους τήν προσευχή, τή νηστεία, τή μετάνοια, τήν φιλανθρωπία καί πάνω ἀπ’ ὅλα τήν θεία Κοινωνία τοῦ Χριστοῦ! Ἄλλους, πού γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τήν μαρτυρία Του ρίχνονται εὐχαρίστως στήν πάλη μέ τίς ἀρχές, τίς ἐξουσίες καί τόν κοσμοκράτορα τοῦ κόσμου τοῦ αἰῶνος τούτου.
Ὅλοι τους Ψυχές, πού ἰδιαιτέρως φροντίζουν τόν Χριστό, τόν Ὁποῖον ἐνδύθηκαν στό Βάπτισμά τους. Ἄλλοι νωρίτερα κι ἄλλοι ἀργότερα συνειδητοποίησαν τη σχέση τους με τον Χριστό κι ἔμαθαν νά Τόν διακονοῦν στό πρόσωπο κάθε ἐμπερίστατου ἀδελφοῦ. Κυρίως ὅμως ἔμαθαν νά προσκομίζουν τό μῦρο τῆς προσευχῆς καί τῶν δακρύων τους στόν Χριστό, ἐκλιπαρώντας γιά τό μέγα Του ἔλεος. Καί ὅλα αὐτά καθ’ ἥν στιγμήν καλοῦνται να ἀνεχθοῦν την εἰρωνία και τον χλευασμό τοῦ κόσμου, να ὑπερβοῦν τά ἐμπόδια καί να ὑπερνικήσουν τίς δυσκολίες τῆς καθημερινότητας, ἀλλά καί τά πολλά προσκόμματα τοῦ διαβόλου.
Ὅλοι αὐτοί Κληρικοί, Μοναχοί ἤ Λαϊκοί, μικρότεροι ἤ μεγαλύτεροι, ὅπου τούς ἔταξε ὁ Χριστός, μέ οἰκογένεια ἤ χωρίς αὐτήν, ἀνάλογα μέ τά χαρίσματα καί τίς δυνάμεις τους, χωρίς ἴσως νά τό καταλαβαίνουν, συνεχίζουν τό ἱερό ἔργο τοῦ Ἰωσήφ, τοῦ Νικοδήμου καί τῶν ἁγίων ἐνδόξων Μυροφόρων Γυναικῶν. Ἀποκαθηλώνουν μέ εὐλάβεια τόν Χριστό, ἀπό τούς σταυρούς τοῦ κόσμου και κόντρα σέ ὅσους συνεχίζουν να Τον βλασφημοῦν ἤ φοβοῦνται να Τον ὁμολογήσουν, Ἐκεῖνοι Τόν κηδεύουν στόν τάφο τῆς καρδιᾶς τους καί διακηρύσσουν μέ λόγια και μέ ἔργα τήν Ἀνάστασή Του στή ζωή, ὡς προσδεχόμενοι τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ!
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Στήν διάρκεια τοῦ Ἀναστασίμου Ὄρθρου κάθε Κυριακῆς, διαβάζεται κατά σειράν ἕνα ἀπό τά 11 Ἑωθινά Εὐαγγέλια, τά ὁποῖα ἀφοροῦν στίς ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ στούς Μαθητές Του, τίς Μυροφόρες καί σέ ἄλλους, (ἐκτός ἐάν συμπέσῃ μεγάλη Δεσποτική ἑορτή). Τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο διαβάζεται μέσα στό ἱερό Βῆμα καί ἀπό τήν δεξιά πλευρά τῆς Ἁγίας Τράπεζας. Ὁ Ἱερέας, πού τό διαβάζει, ἐνδύεται μέ λευκά ἄμφια, γιατί συμβολίζει τόν λευκοφορεμένο Ἄγγελο, πού συνάντησαν οἱ Μυροφόρες στά δεξιά τοῦ Παναγίου Τάφου καί ὁ ὁποῖος τούς ἀνήγειλε, ὅτι τό μνημεῖο εἶναι ἄδειο καί ὁ τάφος κενός, καθώς ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός «ἠγέρθη ἐκ νεκρῶν».
Ἀφοῦ διαβασθεῖ τό Εὐαγγέλιο, εὐθύς ἀμέσως ἀκολουθεῖ ἡ πανηγυρική διακήρυξη τῆς Ἀναστάσεως μέ τήν ἀπαγγελία τῆς προσευχῆς «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι...» καί στή συνέχεια κι ἐνῶ ἀποδίδεται ἐμμελῶς ὁ Ν (50ός) Ψαλμός τοῦ Δαϋίδ, «Ἐλέησόν με ὁ Θεός...» ὁ Ἱερέας ἐξέρχεται ἀπό τό ἅγιο Βῆμα, κρατώντας στά χέρια Του μέ εὐλάβεια τό Ἱερό Εὐαγγέλιο, ἐστραμμένο στήν πλευρά, πού εἰκονίζεται ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς καλεῖ νά προσκυνήσουμε τόν Ἀναστάντα Κύριο. Τότε προσκυνοῦμε τόν Χριστό σέ συνέχεια τῶν Ἁγίων ἐκείνων Μυροφόρων, οἱ ὁποῖες πρῶτες συνάντησαν τόν Ἀναστάντα Κύριο, ἄκουσαν το «Χαίρετε» ἀπό το θεϊκό στόμα Του καί Τόν προσκύνησαν διαδίδοντας τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως.
Αὐτή ἡ προσκύνηση κάθε Κυριακή πρωΐ, ἄς γίνεται ἡ ἀφορμή για να λαμβάνουμε δύναμη και νά ἀγωνιζόμαστε μέ τόλμη, γενναιότητα καί θάρρος, ὁμολογώντας τη σχέση μας με τον Χριστό, ὅπως ὁ Ἰωσήφ, ὁ Νικόδημος καί οἱ Μυροφόρες, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε κι ἐμεῖς «προσδεχόμενοι τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Ἀμήν